Tuesday 6 January 2009

η κτηνοτροφία αναπτύσσεται στο νησί

Συνάντησα τον κ. Δημήτρη Καπέλα στο καθαρό και περιποιημένο καλύβι του στη Μικρή Παναγιά. Με υποδέχτηκε όπως πάντα φιλικός, ευγενικός και χαμογελαστός. Μου πρόσφερε δροσερό νερό και απάντησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις ερωτήσεις μου.
“Στο νησί αυτή την περίοδο δραστηριοποιούνται δέκα περίπου μαντριά από τα 170 που υπήρχαν παλαιότερα.
Εκτός από εμάς, απόμειναν ο Γιάννης Μωρές, η Μάλαμα, ο Προκόπης, ο Γιάννης Κουτσουρίδης, ο Κώστας Γιάννος, ο Οδυσσέας, ο Αντώνης Πανέρας, ο Λημνιός, η Μαρίκα Αγαπητού, η Ζωή και ο Αργύρης και κάνα δυό ακόμα με οικόσιτα ζώα.
Εκτρέφονται λίγες χιλιάδες ζώα κυρίως πρόβατα, λιγότερα κατσίκια και μερικά μοσχάρια.
Εγώ ξεκίνησα σ΄αυτή την περιοχή γύρω από τη Μικρή και τη Μεγάλη Παναγιά από το 1952 και νοικιάζω σήμερα περίπου 6000 στρέμματα που τα έ-χουμε περιφράξει με προσωπική μας εργασία. Ένα μεγάλο μέρος των κτημάτων αυτών είναι ιδιοκτησία της μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Ό-ρους.
Συνεργαζόμαστε με τον γιο μου Κώστα που ενδιαφέρεται γι’ αυτή τη σκληρή δουλειά, δεν ξέρω όμως μέχρι πότε. Ο Κώστας, ήταν για πολλά χρόνια και πρόεδρος του αγροτοκτηνοτροφικού συνεταιρισμού.
Η παραγωγή που μας αποφέρει κάποιο κέρδος είναι το κρέας των προβάτων. Τα τυριά όλα, κεφαλοτύρια και σαλαμούρα που παράγουμε, τα δίνουμε για τα ενοίκια. Το μαλλί των προβάτων που κάποτε είχε μία υπολογίσιμη οικονομική αξία σήμερα απλώς το ανταλάσσω με καλαμπόκι για να ταΐζω τις κότες. Ένα τσουβάλι μαλλί 55 κιλών περίπου, με ένα τσουβάλι καλαμπόκι 40 κιλών. Δεν συμφέρει ούτε από άποψη οικονομική, ούτε από χρόνο και κόπο αλλά λυπάμαι τα ζώα να είναι μέσα στο καλοκαίρι ακούρευτα και να ταλαιπωριούνται.
Φέτος οι τιμές που πουλήσαμε τα ζώα ήταν ιδιαίτερα χαμηλές. Το ζων βάρος αγοράστηκε μόνο 1,5 ευρώ το κιλό για το πρόβατο, ενώ το κατσίκι ακόμα λιγότερο: 1,3 ευρώ. Στον καταναλωτή φθάνει να πουλιέται 8 και 9 ευρώ το κιλό. Επιπλέον ζούμε σε μία αβεβαιότητα καθώς τα κατσίκια που πουλιώνται συνήθως το Μάϊο, φέτος είχαμε φθάσει στον Ιούλιο και δεν είχαν ακόμα πουληθεί. Οι τιμές μας παραμένουν χαμηλά, υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός από τα εισαγώμενα από Βουλγαρία ή Αλβανία που το κρέας ολόκληρου του πρόβατου πωλείται 3 ή 4 ευρώ.
Εμείς αναγκαζόμαστε να πουλάμε νωρίς και το Υπουργείο Εμπορίου ανακοινώνει τις τιμές μετά. Έχουμε μεγάλα έξοδα, ζωοτροφές και άλλα καθώς το χορτάρι είναι πλέον λιγοστό.
Παλαιότερα οι κάτοικοι έσπερναν κου-κιά, φάβα, φασούλια, ρεβίθια, σιτάρια. Τώρα δεν καλλιεργεί κανένας και τα αγοράζουμε όλα.
Ο τόπος είναι μικρός, νερά πια βρίσκονται μόνο με γεωτρήσεις, δύο χρο-νιές έχει να βρέξει καλά και τα νέα παιδιά θέλουν να φύγουν. Δίνουν επιδοτήσεις και δάνεια για σύγχρονες κτηνοτροφικές μονάδες αλλά ορισμένοι που τα πήρανε μου φαίνονται μετανοιωμένοι.
Το 2013 κόβονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση οι επιδοτήσεις για αγρότες και κτηνοτρόφους και δεν ξέρω πόσοι από εμάς θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε με καλές προοπτικές”.
Δε δέχτηκε με κανένα τρόπο να φύγω με άδεια χέρια. Με φίλεψε με ό,τι του βρισκόταν, ολόφρεσκα αυγά, τυρί, ντομάτες, πιπεριές από το μπαξέ του, αγνά αγιοστρατίτικα προϊόντα από τον ιδρώτα και το μεράκι εργατικών και τίμιων ανθρώπων.